Η εισβολή στην Ουκρανία έχει επαναφέρει την προσοχή του ΝΑΤΟ στη Ρωσία ως στρατηγική απειλή, που με τη σειρά της τροφοδοτεί την αντίληψη της Μόσχας για το δυτικό μπλοκ ασφαλείας ως μιας επεκτατικής δύναμης. Ως αποτέλεσμα, ολόκληρη η γραμμή επαφής Ρωσίας-ΝΑΤΟ έχει ξαναμπεί στο «παιχνίδι» –συμπεριλαμβανομένης της Αρκτικής, όπου το λιώσιμο των πάγων «ξεκλειδώνει» μια πληθώρα φυσικών πόρων και διαμετακομιστικών οδών.
Ιδιαίτερα για τη Ρωσία, οι νέες δυτικές κυρώσεις που σχετίζονται με την Ουκρανία, αυξάνουν την οικονομική και στρατηγική σημασία της Αρκτικής. Αλλά η πρόσθετη οικονομική πίεση επίσης αυξάνει την περιπλοκότητα της υλοποίησης των φιλόδοξων οραμάτων της Μόσχας για την περιοχή.
Το σχέδιο της Ρωσίας για την Αρκτική
Η Ρωσία βρίσκεται εν μέσω ενός φιλόδοξου 15ετούς σχεδίου για την αύξηση των υποδομών, των ανθρώπων και της οικονομικής δραστηριότητας στην Αρκτική. Αυτό το σχέδιο περιλαμβάνει την εξόρυξη μεταλλευτικών πόρων και την επέκταση της παραγωγής πετρελαίου και αερίου στην περιοχή, καθώς και την ανάπτυξη ενός εύρωστου διαμετακομιστικού διαδρόμου κατά μήκος των αρκτικών συνόρων της Ρωσίας, εξηγεί με άρθρο του στο Stratfor ο Roger Baker, όπως μεταδίδει το euro2day.gr.
iΗ απάντηση της Δύσης στην εισβολή στην Ουκρανία έχει απλώς ενισχύσει την ανάγκη της Μόσχας να ενδυναμώσει την ασφάλειά της στην Αρκτική, ιδιαίτερα καθώς στην περιοχή βρίσκεται μεγάλο μέρος των φυσικών πόρων της Ρωσίας. Καθώς η Ρωσία εκτιμά τη μακροπρόθεσμη αντίδρασή της στις δυτικές κυρώσεις, οι στρατηγικοί πόροι πετρελαίου, αερίου και μεταλλευμάτων στην Αρκτική θα αποτελέσουν σημαντικό στοιχείο της μελλοντικής της οικονομικής ασφάλειας.
Οι κυρώσεις «επιβάλουν» μεγαλύτερη επιμονή στην Αρκτική
Παρά τις απαγορεύσεις στις εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου από τις ΗΠΑ, η Ευρώπη έχει δυσκολευτεί να αποκόψει τις ρωσικές ενεργειακές προμήθειές της, δίνοντας στη Μόσχα ένα εργαλείο για να μετριάσει τις προσπάθειες για απομόνωσή της ή για αποσύνδεση της ρωσικής οικονομίας. Η ρωσική παραγωγή βασικών μεταλλευμάτων –συμπεριλαμβανομένων του νικελίου και του παλλαδίου- από την Αρκτική και την Άπω Ανατολή, παρέχουν ομοίως περιορισμένη προστασία της Μόσχας από τις μακροπρόθεσμες κυρώσεις, καθώς παραμένουν κρίσιμης σημασίας για την παγκόσμια ενεργειακή μετάβαση και το εμπόριο υψηλής τεχνολογίας.
Οι αρκτικές διαδρομές μπορεί επίσης να αποδειχθούν σημαντικός κρίκος στις εφοδιαστικές γραμμές της Ρωσίας προς την Ασία και πέραν αυτής, ιδιαίτερα εάν οι σχέσεις με την Ευρώπη επιδεινωθούν περαιτέρω και δυνητικά απειλήσουν τις σιδηροδρομικές και οδικές συνδέσεις από τη Ρωσία και τη Λευκορωσία προς την Ευρώπη. Πριν το ξέσπασμα της Covid-19, η οικονομική δραστηριότητα της Αρκτικής αποτελούσε περίπου το 10% του ρωσικού ΑΕΠ και σχεδόν το 90% της παραγωγής φυσικού αερίου της. Σε μια ημιαπομονωμένη Ρωσία, αυτή η βάση πόρων θα αποκτήσει μεγαλύτερη οικονομική και στρατηγική σημασία.
Αν η τάση του οικονομικού διαχωρισμού της Δύσης από τη Μόσχα συνεχιστεί, η Ρωσία θα εξαρτάται όλο και περισσότερο από τις πηγές ενέργειας, μεταλλευμάτων και ξυλείας της Αρκτικής για τα εθνικά της έσοδα αλλά και ως τρόπου για να μετριάσει την βαθύτερη οικονομική απομόνωση. Η πρόκληση για τη Ρωσία είναι να βρει τα χρήματα και την τεχνική εμπειρία για να αναπτύξει πλήρως τους αρκτικούς πόρους της, χωρίς να βρεθεί να εξαρτάται υπερβολικά από την Κίνα.
Η προσαρμογή μετά την αναστολή του Nord Stream 2
Οι νέες κυρώσεις της Δύσης περιπλέκουν τα ούτως ή άλλως δύσκολα υλοποιήσιμα σχέδια της Ρωσίας για την Αρκτική ενώ η πανδημία περιέπλεξε ακόμα περισσότερο την κατάσταση. Οι κυρώσεις και οι αντιδράσεις μεμονωμένων επιχειρήσεων στον πόλεμο στην Ουκρανία περιορίζουν την πρόσβαση των ρωσικών επιχειρήσεων σε χρηματοδότηση και βασικές τεχνολογίες πολύ πέραν αυτών που είχαν αρχικά επιβληθεί μετά την προσάρτηση της Κριμαίας το 2014.
Η απόσυρση αρκετών δυτικών πετρελαϊκών εταιρειών από ρωσικά projects στην Αρκτική και Άπω Ανατολή περιορίζουν περαιτέρω τις δραστηριότητες της Ρωσίας, και η πιθανή κινεζική εμπειρογνωμοσύνη ίσως να μην μπορεί να αντικαταστήσει γρήγορα τον ρόλο και τις ικανότητες των δυτικών εταίρων.
Η Ρωσία πρέπει επίσης να ανταπεξέλθει στις πιο μακροπρόθεσμες επιπτώσεις των κυρώσεων και της αλλαγής στην ευρωπαϊκή πολιτική. Η Ευρώπη δεν έκοψε αμέσως τις εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου και αερίου. Ωστόσο, αυτή η τελευταία κρίση που αφορά στην εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία –σε συνδυασμό με τα μακροπρόθεσμα σχέδια ενεργειακής μετάβασης- θα οδηγήσουν τις ευρωπαϊκές χώρες, με βασική τη Γερμανία, να αναζητήσουν πιο ενεργά τρόπους να ξεφύγουν από την υπερεξάρτησή τους από τις ρωσικές προμήθειες. Τα σχέδια για νέα terminals LNG και η αναστολή του project για τον αγωγό Nord Stream 2 μεταξύ της Γερμανίας και της Ρωσίας, θα δώσει κίνητρα για νέες πηγές εισαγωγών για την Ευρώπη, αν και αυτό θα πάρει χρόνο.
Αν συνεχιστεί η πολιτική και οικονομική απομόνωση της Ρωσίας, η Μόσχα θα βρεθεί να είναι ακόμα πιο εξαρτημένη από την Κίνα ως αγοράς και ως επενδυτή, παγιώνοντας τη Ρωσία ως τον πιο αδύναμο εταίρο και εγείροντας πιο μακροπρόθεσμα εντάσεις μεταξύ της Μόσχας και του Πεκίνου. Ενώ η Μόσχα αυτή τη στιγμή επικεντρώνεται στην διασφάλιση των ευρωπαϊκών της συνόρων, η Κίνα -που βρίσκεται κατά μήκος των εκτεθειμένων νότιων και ανατολικών πτερύγων της Ρωσίας- επίσης επεκτείνει την οικονομική και πολιτική της επιρροή σε όλη την Κεντρική Ασία, αυξάνοντας τις μακροπρόθεσμες στρατηγικές προκλήσεις της Μόσχας.
Πώς «βλέπει» το ΝΑΤΟ την Αρκτική
Εκτός από τις οικονομικές προκλήσεις, η Ρωσία αντιμετωπίζει ένα πιο δραστήριο ΝΑΤΟ στην Αρκτική. Η Μόσχα έχει ήδη περάσει την τελευταία δεκαετία ενισχύοντας τις δυνάμεις ασφαλείας της στην Αρκτική καθώς η θέρμανση του κλίματος ανοίγει διαμετακομιστικές οδούς στην περιοχή που κάποτε ήταν παγωμένες. Ενώ, όμως, οι μάχες βρίσκονται μακριά από τα βόρεια σύνορα της Ρωσίας, ο πόλεμος στην Ουκρανία ενισχύει επίσης τη στρατηγική σημασία που έχει η Αρκτική για την εθνική άμυνα της Ρωσίας, καθώς η Μόσχα θεωρεί πως η δραστηριότητα του ΝΑΤΟ οπουδήποτε αποτελεί στρατηγική απειλή για τα βασικά ρωσικά συμφέροντα –αντίληψη που ενισχύθηκε τα τελευταία χρόνια από μια σειρά συμφωνιών μεταξύ μελών και μη μελών του ΝΑΤΟ στον Ευρωπαϊκό βορρά, ιδιαίτερα της Νορβηγίας, της Φινλανδίας, της Σουηδίας και της Δανίας.
Ο ρωσο-ουκρανικός πόλεμος έχει οδηγήσει σε νέα υψηλά την αποδοχή της ένταξης Σουηδίας και Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ –πρόκειται για τις δυο από τις οκτώ χώρες ου κόσμου που έχουν έδαφος στον Αρκτικό Κύκλο (οι άλλες είναι η Ρωσία, ο Καναδάς, οι ΗΠΑ, η Νορβηγία, η Δανία και η Ισλανδία). Αυτή τη στιγμή είναι απίθανο η Φινλανδία και η Σουηδία να αλλάξουν γρήγορα την ημι-ουδέτερη στάση τους και να ενταχθούν στο αμυντικό μπλοκ της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας, κίνηση που θα είχε ως αποτέλεσμα η Ρωσία να είναι το μόνο μη μέλος του ΝΑΤΟ στην Αρκτική. Αλλά η τάση τους προς μια διευρυμένη αμυντική συνεργασία και σχεδιασμό και πάλι θα θεωρηθεί στη Μόσχα ως μεταβολή στις σχέσεις των χωρών της Αρκτικής, από ένα πολύ-πολικό format σε μια διπολική δομή –με τη Ρωσία στη μια πλευρά και το ΝΑΤΟ και τις ευθυγραμμισμένες με αυτό χώρες στην άλλη.
Ο ρόλος της Φινλανδίας και της Σουηδίας
Ασχέτως της θέσης που θα έχουν μελλοντικά στη δυτική συμμαχία της ασφάλειας η Φινλανδία και η Σουηδία, η εισβολή στην Ουκρανία έχει αφυπνίσει το ΝΑΤΟ στη ρωσική απειλή. Η Αρκτική είναι η συντομότερη διαδρομή μεταξύ της Ρωσίας και της Βόρειας Αμερικής, κάτι που την καθιστά κεντρικό σημείο στρατηγικού ανταγωνισμού.
Οι όχι και τόσο διακριτικές απειλές της Ρωσίας για πυρηνικά όπλα ως μέτρο αποτροπής μιας παρέμβασης του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία έχουν τονίσει τον παραδοσιακό ρόλο της Αρκτικής ως του συνόρου μεταξύ δυνητικά αντίθετων πυρηνικών δυνάμεων, καθώς η περιοχή είναι η συντομότερη διαδρομή για πυρηνικούς πυραύλους, και βομβαρδιστικά οπλισμένα με πυρηνικά, καθώς και σημείο για να κρύβονται υποβρύχια που φέρουν πυρηνικούς πυραύλους. Επιπλέον αυτών των παραδοσιακών συστημάτων του Ψυχρού Πολέμου, η αλλαγή του κλίματος της Αρκτικής και η πρόοδος της τεχνολογίας φέρνουν όλο και περισσότερες δυνάμεις στα σύνορα της Αρκτικής στην πλευρά του Ατλαντικού.
Ακόμα και πριν τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, το ΝΑΤΟ και μεμονωμένα μέλη του ΝΑΤΟ είχαν αυξήσει τις αρκτικές ασκήσεις και την εκπαίδευση εντός και γύρω από τη Νορβηγία. Οι νέες αρκτικές στρατηγικές των ΗΠΑ επίσης κατευθύνουν νέα χρηματοδότηση, υποδομές και αυξημένη εκπαίδευση κοντά στα αρκτικά σύνορα της Ρωσίας στην πλευρά του Ειρηνικού, προς την Αλάσκα.
Έτσι, ενώ το λιώσιμο των πάγων στην Αρκτική προσφέρει στη Ρωσία μια νέα στρατηγική διαδρομή-κλειδί για να διαχειριστεί απειλές από τις δυο πλευρές της Ευρασιατικής ηπείρου, λειτουργεί επίσης και ως ένα δυνητικά ευάλωτο σημείο, καθώς λιώνει το τείχος του πάγου που βοήθησε να προστατευτεί η Ρωσία από την εισβολή και τον περιορισμό.
Η αυξημένη προσοχή και οι εντάσεις στην Αρκτική τα επόμενα χρόνια έχουν αρκετές επιπτώσεις για τη Ρωσία, την Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική:
– Το Αρκτικό Συμβούλιο, το πρωταρχικό όργανο για τη διαχείριση της περιφερειακής συνεργασίας και σταθερότητας, μπορεί να βρεθεί πιο πολιτικοποιημένο ως αποτέλεσμα της οικονομικής και πολιτικής απομόνωσης της Ρωσίας. Τα οκτώ κράτη που έχουν εδάφη στην Αρκτική αποτελούν τα μόνιμα μέλη του Αρκτικού Συμβουλίου. Χωρίς τη Ρωσία, ο οργανισμός χάνει την ικανότητά του να διαχειρίζεται ευρύτερα ζητήματα της Αρκτικής, καθώς η Ρωσία βρίσκεται μπροστά στη μισή ακτογραμμή της Αρκτικής. Αυτό μπορεί να ανοίξει ευκαιρίες για την «σχεδόν Αρκτική» Κίνα και άλλους να επιβεβαιώσουν την ανάγκη για έναν νέο μηχανισμό διαχείρισης της Αρκτικής που θα περιλαμβάνει περισσότερο τις χώρες εκτός Αρκτικής.
-Η κοινή επιστημονική έρευνα στην Αρκτική μπορεί επίσης να πέσει θύμα της αυξανόμενης στρατηγικής έντασης μεταξύ Ρωσίας και Δύσης. Αυτό είναι σημαντικό για την κλιματική έρευνα, αλλά και για την έρευνα σχετικά με τα αποθέματα θαλάσσιων τροφίμων. Οι αλλαγές στις θερμοκρασίες των ωκεανών οδηγούν ήδη σε αλλαγές τοποθεσίας βασικών εμπορεύσιμων ψαριών και άλλων ειδών διατροφής των ωκεανών. Τα ψάρια δεν σέβονται τα διεθνή σύνορα και η εξασθενημένη ρωσο-δυτική επιστημονική συνεργασία μπορεί να επηρεάσει τα αλιευτικά δικαιώματα και να συμβάλει σε πιθανές συγκρούσεις για αμφισβητούμενες αλιευτικές περιοχές. Στη Νότια Σινική Θάλασσα, τέτοιες εντάσεις έχουν σχεδόν οδηγήσει σε πόλεμο. Κατά μήκος των συνόρων της Αρκτικής, η αλιεία μπορεί γρήγορα να παγιδευτεί σε στρατηγικό ανταγωνισμό – επηρεάζοντας τα μέσα διαβίωσης, την επισιτιστική ασφάλεια και πιθανώς πυροδοτώντας συγκρούσεις κοντά στη Νορβηγία ή τη Βερίγγειο Θάλασσα.
-Οι αυξανόμενες εντάσεις στην Αρκτική θα επαναφέρουν τη Γροιλανδία στο προσκήνιο, με τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ να επιδιώκουν διευρυμένη πρόσβαση. Ένα εκκολαπτόμενο κίνημα ανεξαρτησίας στο νησί θα μπορούσε να ενσωματωθεί σε οποιεσδήποτε συζητήσεις για αυξημένη στρατιωτική παρουσία ή πρόσβαση σε κρίσιμα ορυκτά στη Γροιλανδία ως τρόπος για να χαλαρώσει η εξάρτηση από άλλες διεθνείς πηγές. Οι περίπλοκες σχέσεις Γροιλανδίας-Δανίας-ΗΠΑ παρέχουν μια ευκαιρία για πολιτική παρέμβαση από τη Ρωσία ή την Κίνα, η καθεμία για τους δικούς της σκοπούς.
-Καθώς η στρατιωτική εκπαίδευση και οι περιπολίες της Αρκτικής αυξάνονται, αυξάνεται παράλληλα και ο κίνδυνος συγκρούσεων από ατύχημα ή εσφαλμένων υπολογισμών. Η Ρωσία και το ΝΑΤΟ έχουν εδώ και καιρό διαύλους επικοινωνίας και τρόπους αποκλιμάκωσης, αλλά αυτοί δεν ακολουθούνται πάντα ούτε είναι πάντα αποτελεσματικοί. Το ΝΑΤΟ (και πιο πρόσφατα η Ιαπωνία) και η Ρωσία κάνουν scramble τακτικά στα δικά τους αναχαιτιστικά και μαχητικά αεροσκάφη για να παρακολουθήσουν τις πτήσεις των στρατηγικών αεροσκαφών των άλλων χωρών, όμως το άνοιγμα των υδάτων της Αρκτικής προσθέτει περισσότερη ναυτική δραστηριότητα — δημιουργώντας νέες περιοχές για πιθανούς λανθασμένους υπολογισμούς, κυρίως επειδή οι δραστηριότητες συχνά αλληλεπικαλύπτονται με τις εμπορικές αλιευτικές και ναυτιλιακές δραστηριότητες.
-Μια τελευταία προέκταση του θέματος προέρχεται από την Κίνα, ένα αυτοαποκαλούμενο έθνος κοντά στην Αρκτική. Το Πεκίνο βλέπει την Αρκτική ως βασικό συστατικό των ευρύτερων στρατηγικών σχεδίων συνδεσιμότητας. Όμως, τόσο οι θαλάσσιες διαδρομές της στην Αρκτική όσο και οι σιδηροδρομικές γραμμές της μέσω της Ευρασίας προς την Ευρώπη ενδέχεται να διακοπούν από τους ευρωπαϊκούς οικονομικούς περιορισμούς στη Ρωσία. Η Κίνα είναι πιθανό να αναζητήσει τις δικές της αρκτικές διαδρομές, βόρεια της Βόρειας Θαλάσσιας Διαδρομής της Ρωσίας, κάτι που θα αυξήσει τα κινεζικά τοπογραφικά και επιστημονικά πλοία στην Αρκτική – πλοία που μπορεί να εξυπηρετούν διπλούς στρατιωτικούς σκοπούς.
Η Αρκτική ξανά στο επίκεντρο
Από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου μέχρι πριν από περίπου μια δεκαετία, η εστίαση της ασφάλειας των ΗΠΑ στη Ρωσία και την Αρκτική έμεινε πίσω λόγω πιο πιεστικών απειλών. Αλλά αυτό έχει αρχίσει να αλλάζει παράλληλα με το όλο και πιο προσιτό τοπίο της Αρκτικής και την ολοένα και πιο επιθετική συμπεριφορά της Ρωσίας.
Η Ουάσιγκτον και, πιο πρόσφατα, οι Ευρωπαίοι σύμμαχοί της βλέπουν τώρα την Αρκτική ως περιοχή αυξημένης στρατηγικής απειλής, η οποία με τη σειρά της απλώς τροφοδοτεί το ενδιαφέρον της Μόσχας για την περιοχή. Η κρίση στην Ουκρανία του 2014 και η προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία προκάλεσαν μια ανανεωμένη εστίαση του ΝΑΤΟ στη Ρωσία — όχι μόνο ως γείτονα, αλλά και πάλι ως στρατηγικό αντίπαλο. Αλλά χρειάστηκε η ολοκληρωτική εισβολή των Ρώσων στην Ουκρανία για να τεθεί αυτό στο επίκεντρο.