Μία πρώτη απάντηση στον Χάιντς Ρίχτερ και τους συν αυτώ
«Η επισιτιστική κατάσταση πρέπει να θεωρηθεί αρκετά σοβαρή. Αφάνταστη είναι η κατάσταση επισιτισμού στα νησιά Λέσβος και Χίος. Εδώ δεν μπόρεσε να διανεμηθεί ψωμί εδώ και 40 μέρες… Παρά την εξαιρετικά τεταμένη αυτή επισιτιστική κατάσταση, ο στρατός πήρε από τη χώρα και στον αναφερόμενο μήνα τρόφιμα, ιδιαίτερα ζώα, πατάτες, σανό. (…) Συνολικά τραβιούνται από τον τομέα μου κάθε μήνα το λιγότερο 1.500 βόδια…»
Απόσπασμα από έκθεση του αντιστράτηγου Κουρτ φον Κρέντσκι για τον Νοέμβριο του 1941.
Την τελευταία περίοδο έχουμε γίνει μάρτυρες συνεχών προκλήσεων εις βάρος της συμβολής της Ελλάδας στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και τη συντριβή του φασισμού. Ιστορικοί, «έγκριτοι» ή σεσημασμένοι ως παραχαράκτες, προπαγανδιστικά «εκπαιδευτικά προγράμματα» (με τη χρηματοδότηση του υπουργείου Εξωτερικών της ΟΔΓ), «προοδευτικοί» δημοσιολόγοι, αξιοποιούνται σε ένα εγχείρημα που υπηρετεί τις επιδιώξεις των πιο αντιδραστικών κύκλων του γερμανικού κατεστημένου. Ο λιμός της Κατοχής, οι σφαγές αμάχων και τα άλλα τερατώδη ναζιστικά εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας που διέπραξε το Γ’ Ράιχ στην Ελλάδα σχετικοποιούνται, οι συνέπειές τους υποεκτιμούνται και η ευθύνη γι’ αυτά μετακυλίεται εντέχνως από τους ναζιστές δήμιους στον αντιστεκόμενο λαό.
Τον ρόλο του πρωταγωνιστή της προσπάθειας πλαστογράφησης της Ιστορίας διεκδικεί ο Χάιντς Ρίχτερ, υπότροφος της χούντας των συνταγματαρχών, όπως προ ετών δήλωσε ο ίδιος. Στην πρόσφατη συνέντευξή του στη γερμανική ιστοσελίδα t-online δεν αφήνει τίποτα στο απυρόβλητο: ρίχνει την ευθύνη στην Εθνική Αντίσταση για τις σφαγές αμάχων, προσπαθεί να ξεπλύνει τον δήμιο των Εβραίων της Θεσσαλονίκης Μαξ Μέρτεν, αρνείται την ύπαρξη κατοχικού δανείου, υποστηρίζει ότι η Ελλάδα έχει παραιτηθεί των αξιώσεών της για επανορθώσεις κ.τ.λ. «Επιχειρήματα» με ναζιστικό δηλητήριο, που δεν αντέχουν στην κριτική και εκθέτουν τον ίδιο και όσους κρύβονται πίσω του.
Θα σταθούμε όμως σε έναν κομβικό ισχυρισμό του Ρίχτερ, σύμφωνα με τον οποίο η ναζιστική Γερμανία δεν ευθύνεται για τον λιμό της Κατοχής! Επιπλέον, ο Ρίχτερ υποστηρίζει ότι τα θύματα του λιμού έχουν υπερεκτιμηθεί για προπαγανδιστικούς σκοπούς!…Τι κι αν η συλλογική μνήμη των Ελλήνων είναι ανεξίτηλα χαραγμένη από εικόνες ανθρώπων που σβήνουν από την εξάντληση στους δρόμους και στις πλατείες, σκελετωμένα παιδιά που ψάχνουν εναγωνίως για ένα κομμάτι ψωμί.
Οι συνέπειες του λιμού και των συνδεόμενων με αυτόν ασθενειών ήταν δραματικές: ο Διεθνής Ερυθρός Σταυρός σε έκθεσή του μετά την απελευθέρωση της χώρας εκτιμούσε ότι 250.000 άνθρωποι είχαν πεθάνει, άμεσα ή έμμεσα, από την πείνα. Επιπλέον, ο μακρόχρονος υποσιτισμός είχε βαρύτατες συνέπειες στην υγεία και τη σωματική και πνευματική ανάπτυξη ιδίως των παιδιών, ακόμη και μετά την Κατοχή, υπονομεύοντας, έτι περαιτέρω, την προοπτική του ελληνικού λαού και την προσπάθεια ανοικοδόμησης και ανασυγκρότησης της αποδεκατισμένης και κατεστραμμένης Ελλάδας.
Ρίχτερ: Όλοι φταίνε για τον λιμό της Κατοχής εκτός από το Γ’ Ράιχ!
Ποιος όμως ευθύνεται για τον λιμό της Κατοχής; Ανενδοίαστα ο Χάιντς Ρίχτερ υποστηρίζει τα εξής: «Πρωταρχικώς φέρουν την ευθύνη για αυτό οι Ιταλοί και η Μεγάλη Βρετανία. Οι Έλληνες ήταν τα θύματα του πολέμου μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων». (…) «Η Ελλάδα δεν λεηλατήθηκε από τους Γερμανούς. Το αντίθετο, αυτοί επεσήμαναν ευθύς εξ αρχής στους Ιταλούς τον επερχόμενο λιμό».
Όπως όμως έχει τεκμηριώσει ο κορυφαίος Γερμανός ιστορικός Μάρτιν Ζέκεντορφ, με τη χρήση αποκλειστικά γερμανικών αρχείων, στο μνημειώδες έργο του «Η Ελλάδα κάτω από τον αγκυλωτό σταυρό» (Σύγχρονη Εποχή, 1991), ο λιμός της Κατοχής ήταν ένα προαποφασισμένο έγκλημα κατά της ανθρωπότητας –αποτέλεσμα της γενικευμένης διαρπαγής του πλούτου των Ελλήνων. Με οδηγό τις έξι μελέτες του Κιέλου που παρείχαν μία άριστη αποτύπωση της ελληνικής οικονομίας, η Βέρμαχτ προχώρησε άμεσα στην κατάσχεση πρώτων υλών, βιομηχανικών προϊόντων, τροφίμων και αγροτικών προϊόντων, καυσίμων, μηχανών, μεταφορικών μέσων, μέσων έλξης, πολύτιμων εμπορευμάτων. Μεταλλεία, εταιρείες παραγωγής ενέργειας, βιομηχανίες, εργοστάσια πολεμοφοδίων, παραγωγικές επιχειρήσεις τέθηκαν υπό τον έλεγχο γερμανικών μονοπωλίων, όπως η Κρουπ και η Φάρμπεν Ιντουστρί, και οι πολύτιμες πρώτες ύλες μεταφέρονταν συστηματικά στη Γερμανία. Οι μεγαλύτερες ελληνικές τράπεζες «συνδέθηκαν» με γερμανικές. Επιπλέον, τα «κατοχικά μάρκα» ,το κλήρινγκ, ο χωρισμός της χώρας σε τρεις ζώνες κατοχής, όλα με ευθύνη του Γ’ Ράιχ, επέτειναν τη λεηλασία και όξυναν το πρόβλημα του επισιτισμού των Ελλήνων.
Ακόμη πιο σημαντικό, όμως, ήταν το γεγονός ότι η παραγωγή προσανατολίστηκε στην εξυπηρέτηση των αναγκών των κατακτητών αδιαφορώντας για την κάλυψη των αναγκών του ελληνικού πληθυσμού. Το κατοχικό δάνειο, του οποίου ο κ. Ρίχτερ αρνείται ακόμη και την ίδια του την ύπαρξη, «θεσμοποίησε» και ενίσχυσε τη συστηματική υπεξαίρεση των πόρων του ελληνικού λαού. Συντέλεσε, δε, καθοριστικά στην απορρύθμιση του νομίσματος και την εκτόξευση του πληθωρισμού σε δυσθεώρητα ύψη, με αποτέλεσμα τα απαραίτητα για την επιβίωση των ανθρώπων αγαθά να είναι απλησίαστα. Και, φυσικά, κανείς δεν αρνείται ότι την κατάσταση επιδείνωσε ο βρετανικός θαλάσσιος αποκλεισμός της Ελλάδας.
Φανερή, πλέον, επιδίωξη των πλαστογράφων της Ιστορίας είναι η υπονόμευση της διεκδίκησης των απαράγραπτων και τεκμηριωμένων αξιώσεων της Ελληνικής Δημοκρατίας έναντι της Γερμανίας. Στο πλαίσιο αυτής της μεθόδευσης το κίνημα διεκδίκησης των γερμανικών οφειλών λοιδορείται και συκοφαντείται και τα ιστορικά του επιτεύγματα επιχειρείται να ακυρωθούν. Οι πρόσφατες ανήθικες επιθέσεις, από κρυφούς και φανερούς αρνητές των γερμανικών οφειλών, με στόχο τη μνήμη του Γιάννη Σταμούλη, καθώς και την παρακαταθήκη τού, υπό την εμπνευσμένη ηγεσία τού Μανώλη Γλέζου, κινήματος διεκδίκησης των γερμανικών οφειλών, ίσως προδίδουν την ανησυχία τους απέναντι σε μία ενδεχόμενη στροφή της Ιστορίας. Το ερώτημα, όμως, τελικά, είναι πώς απαντά η Ελληνική Δημοκρατία στους υβριστές της ιστορικής μας μνήμης!
*Αριστομένης Ι. Συγγελάκης είναι Διδάκτωρ Παν/μίου Αθηνών, συγγραμματέας του Εθνικού Συμβουλίου Διεκδίκησης των Οφειλών της Γερμανίας προς την Ελλάδα και μέλος της Ένωσης Θυμάτων Ολοκαυτώματος Δ. Βιάννου
Τα σχόλια είναι κλειστά.