Φως ρίχνει η απάντηση σε επίκαιρη ερώτηση που κατέθεσε η ευρωβουλευτής Εύα Καϊλή στην ΕΕ, ζητώντας στοιχεία σχετικά με τις εμπορικές συναλλαγές και το ισοζύγιο πληρωμών μεταξύ της ΕΕ και της Τουρκίας, καθώς και το βαθμό στον οποίο είναι εκτεθειμένος ο ευρωπαϊκός τραπεζικός κλάδος των κρατών μελών στην Τουρκική οικονομία.
Με δεδομένες τις προκλήσεις και τις διαρκείς γεωπολιτικές απειλές που εξαπολύει ο Ερντογάν, καθίσταται αναγκαίο η ΕΕ να αποκτήσει ενιαία πολιτική αντιμετώπιση όσον αφορά τη στρατηγική και εμπορική σχέση της με την Τουρκία, αλλά και να περιορίσει την οικονομική της έκθεση στην Τουρκική οικονομία, για να αποφευχθούν εξαρτήσεις και δεσμεύσεις που υπονομεύουν την από κοινού αντιμετώπιση της με σειρά κυρώσεων όταν παραβιάζεται το διεθνές δίκαιο και απειλείται η ασφάλεια των Ευρωπαϊκών μας συνόρων.
Στην απάντησή του ο Αντιπρόεδρος της Επιτροπής V. Dombrovskis, αναφέρει ότι η έκθεση των τραπεζών της ΕΕ στην Τουρκία κυμαίνεται γύρω στα 102 δις δολάρια και αντιπροσωπεύει το 71 % του συνόλου της έκθεσης των ξένων τραπεζών -που παρέχουν στοιχεία στην Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών- στην Τουρκία. Η έκθεση αναδεικνύει κυρίως, τις δραστηριότητες συγκεκριμένων ισπανικών, γαλλικών, γερμανικών και ιταλικών τραπεζών που έχουν άμεση εμπορική παρουσία στην Τουρκία, η οποία αντιστοιχεί και σε τραπεζική έκθεση απαιτήσεων ύψους 61,9 δις, 23,4 δις, 8.7 δις και 6,7 δις δολαρίων ΗΠΑ.
Επιπλέον, σε διαφορετική ερώτηση της Εύας Καϊλή, αποκαλύπτονται και οι συμφωνίες εξαγωγών όπλων κρατών μελών της ΕΕ προς την Τουρκία και άλλες τρίτες χώρες, που βοηθούν στην κατανόηση των διαφορετικών προσεγγίσεων στο Συμβούλιο, ως προς τις διαφορετικές ευαισθησίες των ισχυρών της ΕΕ απέναντι σε ορισμένες χώρες.
“Η εξάρτηση των ευρωπαϊκών τραπεζών στην Τουρκική οικονομία εγείρει ανησυχίες εξαιτίας της οικονομικής αστάθειας που επικρατεί στη γειτονική χώρα, αλλά και από την πιθανή επίδραση αυτού του γεγονότος στη στάση ορισμένων κρατών μελών στα πρόσφατα Συμβούλια της ΕΕ ως προς την επιβολή κυρώσεων στην Τουρκία για τις παραβιάσεις της στην Ανατολική Μεσόγειο.
Είναι υψίστης σημασίας η Ευρωπαϊκή ηγεσία να εγγυηθεί, με βάση τις αρχές της, ότι τα οικονομικά συμφέροντα κρατών μελών δεν αποτελούν άλλοθι για μια υποτονική ή και ευνοϊκή στάση ορισμένων, απέναντι στις γεωπολιτικές επεκτατικές βλέψεις και προκλήσεις Ερντογάν απέναντι σε Ελλάδα και Κύπρο”, δήλωσε η Ελληνίδα ευρωβουλευτής.
Ακολουθούν η Ερώτηση της ευρωβουλευτού και η απάντηση της Επιτροπής:
Θέμα: Στοιχεία για τις εμπορικές συναλλαγές και το ισοζύγιο πληρωμών μεταξύ κάθε κράτους μέλους της ΕΕ και της Τουρκίας
Η στρατηγική εταιρική σχέση της ΕΕ με την Τουρκία έχει εισέλθει σε νέα εποχή. Είναι προς το συμφέρον της ΕΕ και της Τουρκίας, η στρατηγική τους σχέση να είναι δυναμική, ισχυρή και δίκαιη και να βασίζεται στον αμοιβαίο σεβασμό των αντίστοιχων αξιών και συμφερόντων τους καθώς και της εδαφικής ακεραιότητάς τους.
Ωστόσο, η δυναμική αυτής της εταιρικής σχέσης έχει διαταραχθεί από τον αναθεωρητισμό της σημερινής τουρκικής κυβέρνησης. Αυτό σημαίνει ότι η ΕΕ πρέπει να βρει μια ρεαλιστική εναλλακτική λύση. Ωστόσο, μια τέτοια λύση δεν μπορεί να εφαρμοστεί σε ad hoc βάση για κάθε κράτος μέλος και για το λόγο αυτό η ΕΕ χρειάζεται μια πιο ολιστική προσέγγιση. Τα κράτη μέλη πρέπει να έχουν τα προσεχή έτη ενιαία άποψη όσον αφορά τη στρατηγική σχέση της ΕΕ με την Τουρκία. Για να διαμορφωθεί η άποψη αυτή, πρέπει να προσδιοριστούν οι οικονομικές και εμπορικές δοσοληψίες μεταξύ κάθε κράτους μέλους και της Τουρκίας.
Οι δοσοληψίες αυτές θα προκαλέσουν ενδεχομένως σοβαρά προβλήματα στην ανάπτυξη κοινής πολιτικής της ΕΕ με την Τουρκία, καθώς η ύπαρξη ειδικών συμφερόντων και η κοντόθωρη προσέγγιση των ζητημάτων από ορισμένα κράτη μέλη θα μπορούσαν να εμποδίσουν την ΕΕ να υιοθετήσει μια συνεπή και σταθερή μακροπρόθεσμη στρατηγική. Ως εκ τούτου, η καταγραφή αυτών των δοσοληψιών είναι υψίστης σημασίας.
1. Ποιος είναι ο όγκος των εμπορικών συναλλαγών μεταξύ κάθε κράτους μέλους και της Τουρκίας και σε ποιους τομείς;
2. Ποιο είναι το ύψος του ισοζυγίου πληρωμών μεταξύ κάθε κράτους μέλους και της Τουρκίας;
3. Πόσο εκτεθειμένος είναι ο τραπεζικός κλάδος της ΕΕ, ανά κράτος μέλος, στην τουρκική οικονομία;
Απάντηση του εκτελεστικού αντιπροέδρου κ. Dombrovskis
εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής
Λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με τις εμπορευματικές συναλλαγές μεταξύ της Τουρκίας και της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των επιμέρους κρατών μελών, είναι διαθέσιμες στην Eurostat[1]. Τα στοιχεία τα σχετικά με τις εισαγωγές και τις εξαγωγές των κρατών μελών στην Τουρκία, καθώς και η τομεακή κατανομή για το 2019, επισυνάπτονται στην παρούσα απάντηση. Περισσότερες πληροφορίες παρέχονται στο έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής, της 12ης Νοεμβρίου 2020, που συνοδεύει την τελευταία έκθεση της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή των εμπορικών συμφωνιών της ΕΕ[2].
Η Επιτροπή δεν διαθέτει πληροφορίες σχετικά με τις διμερείς στατιστικές ισοζυγίου πληρωμών για κάθε κράτος μέλος έναντι άλλων χωρών. Αυτές οι διμερείς πληροφορίες, εξ όσων γνωρίζει η Επιτροπή, υπάρχουν μόνο για σημαντικά τμήματα του ισοζυγίου πληρωμών, και συγκεκριμένα για το ισοζύγιο εμπορευματικών συναλλαγών[3].
Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσίευσε η Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών (ΤΔΔ)[4], η έκθεση των τραπεζών της ΕΕ στην Τουρκία αντιπροσωπεύει περίπου 102 δισ. δολάρια ΗΠΑ ή το 71 % του συνόλου της έκθεσης των ξένων τραπεζών (που παρέχουν στοιχεία στην ΤΔΔ) στην Τουρκία. Η έκθεση συνδέεται κυρίως με τις δραστηριότητες συγκεκριμένων ισπανικών, γαλλικών και ιταλικών τραπεζών που έχουν άμεση εμπορική παρουσία στην Τουρκία, η οποία αντιστοιχεί σε έκθεση ύψους 61,9 δισ. δολαρίων ΗΠΑ, 23,4 δισ. δολαρίων ΗΠΑ και 6,9 δισ. δολαρίων ΗΠΑ.