Με πρόσφατη εγκύκλιό του το Υπουργείο Παιδείας ζητά από τα Σχολεία τον ορισμό «Συμβούλου Σχολικής Ζωής». Το συγκεκριμένο, αμφίβολο παιδαγωγικά, μέτρο ψηφίστηκε τον περασμένο Μάιο, στο αντιεκπαιδευτικό πολυνομοσχέδιο του Υπουργείου Παιδείας, εν μέσω πανδημίας.
Οι αρμοδιότητες και τα καθήκοντα του «συμβούλου σχολικής ζωής» ανάμεσα σε άλλα είναι «… να καθοδηγεί και να ενημερώνει μαθητές, γονείς και κηδεμόνες σε θέματα παιδαγωγικής αντιμετώπισης ζητημάτων σε τομείς που απασχολούν τη σχολική μονάδα, όπως ενδεικτικά, η διαχείριση κρίσεων και πρόληψη ακραίων συμπεριφορών, μαθησιακές δυσκολίες, συμπερίληψη και ενσωμάτωση, μαθητές με ιδιαίτερες δυνατότητες, κλίσεις και ταλέντα, μετάβαση σε άλλες βαθμίδες, σχολική κινητικότητα, συμβουλευτική και ομάδες γονέων και παράλληλα συμβάλλει στην καλλιέργεια σχέσεων εμπιστοσύνης μεταξύ των μελών της εκπαιδευτικής κοινότητας».
Μας δημιουργεί ερωτηματικά για το τι έχει στο μυαλό της η κυβέρνηση και το Υπουργείο Παιδείας με υλοποίηση ενός τέτοιου μέτρου.
Ο καθένας κατανοεί την ανάγκη ψυχοκοινωνικής στήριξης των μαθητών, το Υπουργείο Παιδείας αναθέτει σε εκπαιδευτικούς, ρόλους που εξορισμού έχουμε όλοι μας. Όλοι έχουμε το παιδαγωγικό καθήκον να οικοδομήσουμε σχέσεις εμπιστοσύνης, να στεκόμαστε δίπλα στους μαθητές μας όταν το έχουν ανάγκη, με όλους τους τρόπους. Διαφορετικά δεν θα εκπληρώναμε το ρόλο μας.
Είναι χαρακτηριστική η περίοδος της πανδημίας. Η στάση και ο ρόλος μας να σταθούμε με κάθε μέσο και τρόπο δίπλα στα παιδιά, να τα στηρίξουμε όχι μόνο μαθησιακά αλλά και ψυχοκοινωνικά έτσι ώστε να ξεπεράσουν τις αγωνίες, τα άγχη και τα αδιέξοδα που βίωναν τα ίδια και οι οικογένειες τους, όσο ήταν δυνατόν, εκείνη τη περίοδο της ζωή τους απέδειξε το πιο πάνω.
Αλίμονο, δεν περιμέναμε την κυβέρνηση να φέρει εγκύκλιο και να εισάγει τους «συμβούλους της σχολικής ζωής» για να σταθούμε δίπλα στους μαθητές μας, να οικοδομήσουμε σχέσεις εμπιστοσύνης μαζί τους.
Για εμάς οι σχέσεις εμπιστοσύνης έχουν να κάνουν όχι μόνο με τον μάθημα, αλλά και με τις αξίες, τη στάση ζωής και αγώνα που πρέπει να εμπνεύσουμε τους μαθητές μας. Αυτόν το ρόλο υπηρετούμε ως παιδαγωγοί.
Αν έχει στο μυαλό της η κυβέρνηση και το Υπουργείο να ταυτίσουν αγωνιστικές κινητοποιήσεις των μαθητών με φαινόμενα που ονομάζει «σχολικές κρίσεις» και «ακραίες συμπεριφορές» και να μας αναθέσει ρόλο καταστολής των αγωνιστικών διεκδικήσεων των μαθητών μας, το λέμε ακόμα μια φορά, ότι θα φάει τα μούτρα της. Όπως ακυρώσαμε τις κάμερες μέσα στην τάξη, όπως ακυρώσαμε τις τηλεαπουσίες και την τηλερουφιανιά έτσι θα ακυρώσουμε και έναν ρόλο που δεν αρμόζει σε εμάς τους εκπαιδευτικούς.
Κατ’ τ’ άλλα ο μόνος αναρμόδιος για να μας υποδείξει ποιες σχέσεις και με ποιον τρόπο θα στηρίξουμε τους μαθητές μας είναι το Υπουργείο Παιδείας, το οποίο δεν εμπνέει καμία εμπιστοσύνη ούτε στους εκπαιδευτικούς, ούτε στους μαθητές και τις οικογένειες τους.
Στη σημερινή εποχή, με την ανάπτυξη της επιστήμης και τη μεγαλύτερη δυνατότητα του ανθρώπου να εμβαθύνει σε τομείς κοινωνικής ζωή, μέσα στα σχολεία χρειάζεται να υπάρχει μόνιμο εκπαιδευτικό, επιστημονικό και βοηθητικό προσωπικό όλων των ειδικοτήτων που θα στηρίξει πολύπλευρα τους νέους ανθρώπους. Απαιτείται σήμερα η συνδυασμένη επιστημονική γνώση ψυχολόγου και κοινωνικού λειτουργού, υποστηρικτικών δηλαδή ειδικοτήτων που είναι τόσο απαραίτητες στα σχολεία και όμως με ευθύνη του Υπουργείου, διαχρονικά απουσιάζουν. Ένας εκπαιδευτικός που θα κάνει λίγο απ΄ όλα με ένα πασάλειμμα επιμορφώσεων δεν είναι αυτό που χρειάζεται σήμερα το σχολείο.
Οι στοχεύσεις του Υπουργείου δεν έχουν να κάνουν με την επίλυση των προβλημάτων που αντιμετωπίζει η νέα γενιά. Είναι η πολιτική της σημερινής και των προηγούμενων κυβερνήσεων που δημιουργούν τα αδιέξοδα και ορθώνουν νέα εμπόδια στο μέλλον της.
Είναι χαρακτηριστικός ο τρόπος που αντιμετώπισε η κυβέρνηση τις πρόσφατες μαθητικές κινητοποιήσεις. Με ΜΑΤ, συλλήψεις και χημικά, με συκοφαντία και απειλές «συμβούλευσε» τους μαθητές να σκύβουν το κεφάλι και να μη διεκδικούν. Επιδίωξε να μετατρέψει τους εκπαιδευτικούς σε «καταδότες» των μαθητών, σε «τηλεπαιδονόμους». Έχουμε κάθε λόγο να μην τους εμπιστευόμαστε, να είμαστε αρκετά υποψιασμένοι για το ρόλο που ετοιμάζουν στους εκπαιδευτικούς.
Με βάση όλα τα παραπάνω:
• Καλούμε τους συλλόγους διδασκόντων να απορρίψουν το θεσμό του «Εκπαιδευτικού Εμπιστοσύνης».
• Κανένας συνάδελφος δεν μπορεί να υποχρεωθεί να αναλάβει το συγκεκριμένο ρόλο.