H πανώλη στα αιγοπρόβατα που «βαφτίστηκαν» ελληνικά και τα αναπάντητα ερωτήματα προς το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης. Γιατί γίνεται λόγος για λαθρεμπόριο ζώων. Παράγοντες της αγοράς εξηγούν στο in τι συνέβη
Η είδηση για τα κρούσματα με την πανώλη στα αιγοπρόβατα έχει περάσει στα ψιλά. Βοηθάει άλλωστε το γεγονός ότι πολύς κόσμος είναι στις διακοπές του, την ώρα που το αρμόδιο υπουργείο καθησυχάζει προτάσσοντας ότι η ασθένεια δεν μεταδίδεται στον άνθρωπο και αποκρύπτοντας ταυτόχρονα ότι υπάρχουν ζημιές και ευθύνες.
Παρ’ όλα αυτά από τη συγκεκριμένη υπόθεση εγείρονται πολλά ερωτήματα για το πώς φτάσαμε στο σημείο να θανατωθούν χιλιάδες ζώα στην Ελλάδα, για το πώς αρκετοί κτηνοτρόφοι φαίνεται να βρίσκονται στα όρια της απόγνωσης, αλλά και για το ρόλο του κράτους και κυρίως της αποτελεσματικότητας των ελεγκτικών μηχανισμών του και ειδικά της κεντρικής κτηνιατρικής υπηρεσίας.
Λίγο πριν το Πάσχα
Για να πιάσουμε το νήμα της υπόθεσης, αναγκαστικά θα μεταφερθούμε λίγους μήνες πριν, εκεί κοντά στο Πάσχα, όπου τα ρεπορτάζ για την ακρίβεια του πασχαλινού τραπεζιού ήταν καθημερινά. Το ερώτημα για την τιμή του οβελία ήταν κυρίαρχο και όλοι θυμούνται την απίστευτη δήλωση του τότε υπουργού Ανάπτυξης Κώστα Σκρέκα ότι το ελαφρύ –σε βάρος- αρνί είναι φτηνότερο από το… βαρύτερο.
Η κυβέρνηση διαβεβαίωνε τότε σε κάθε ευκαιρία ότι θα ελέγξει τις τιμές και πως οι πολίτες θα βρουν αρνί σε οικονομική τιμή για το τραπέζι τους. Αξίζει να σημειωθεί εδώ ότι εκείνη τη χρονική περίοδο η Ρουμανία, από όπου είχαν προγραμματιστεί εισαγωγές αμνοεριφίων, αντιμετώπιζε ήδη πρόβλημα με κρούσματα πανώλης στα αιγοπρόβατα. Αλλά γιατί αναφέρουμε τη Ρουμανία;
Η ελληνική…βάφτιση
Επειδή είναι η χώρα από την οποία έγινε η εισαγωγή χιλιάδων αιγοπροβάτων που προορίζονταν για σφαγή στην Ελλάδα. Πρόκειται για μια φτηνή σχετικά χώρα στα αιγοπρόβατα (σε σχέση π.χ. με εκείνα της Γαλλίας που θεωρούνται ανώτερης ποιότητας και είναι πιο ακριβά). Συν τοις άλλοις, από τη στιγμή που τα ζώα θα σφάζονταν εδώ θα έπαιρναν ελληνική σφραγίδα και θα θεωρούνταν ελληνικά, με το αντίστοιχο τίμημα βέβαια. Με απλά λόγια ο καταναλωτής θα αγόραζε… ελληνικό αρνί, το οποίο είχε γεννηθεί και μεγαλώσει στη Ρουμανία.
Πως ξέφυγε ο έλεγχος
Ήταν μια προσπάθεια προκειμένου να μειωθούν οι τιμές, γεγονός που θα εξυπηρετούσε στο έπακρο το κυβερνητικό αφήγημα περί αποτελεσματικής αντιμετώπισης της ακρίβειας. Το πρόβλημα ωστόσο ξεκίνησε από τη στιγμή που εκείνοι που έφεραν τα ζώα στην Ελλάδα θεώρησαν σωστό να μην τα σφάξουν όλα, αλλά ορισμένα απ’ αυτά να τα πουλήσουν σε ντόπια εκτροφεία για «μεγάλωμα» και για παραγωγή γάλακτος και να κλείσουν τις τρύπες της κτηνιατρικής βάσης.
Αυτό, εννοείται πως είναι παράνομο από τη στιγμή που τα ζώα προς σφαγή έχουν διαφορετικό κωδικό σε σχέση με εκείνα που προορίζονται για τις φάρμες. Από την άλλη, είναι εύκολο να αντιληφθεί κανείς ότι το κέρδος που αποφέρει ένα ζωντανό πλάσμα είναι μεγαλύτερο από εκείνο του ζώου που οδηγείται στο σφαγείο.
Ανάμεσα στα ζώα που πουλήθηκαν σε φάρμες ήταν και κάποια που έφεραν την πανώλη με τα γνωστά αποτελέσματα. Σφάξιμο όλου του κοπαδιού στις περιπτώσεις που ανάμεσα σε αυτό εντοπίστηκαν ζώα με πανώλη και κάπως έτσι έχουμε φτάσει στο σημείο να μιλάμε αυτή τη στιγμή για απώλεια περίπου 18.000 αιγοπροβάτων στην επικράτεια.
Άνθρωποι που γνωρίζουν καλά τη συγκεκριμένη αγορά και που για ευνόητους λόγους θέλουν να διατηρήσουν την ανωνυμία τους, εξηγούν στο in πως δουλεύει το συγκεκριμένο σύστημα.
Αρχικά αξίζει να αναφερθεί ότι η πανώλη των αιγοπροβάτων δεν είναι κάποια ασθένεια που προέκυψε τώρα, υπήρχε εδώ και χρόνια, συνήθως σε κοπάδια της Αφρικής. Στη συνέχεια πέρασε στη Μέση Ανατολή και ακολούθως στις ανατολικές χώρες.
Βιομηχανία
Στη Ρουμανία δραστηριοποιείται ολόκληρη βιομηχανία, κυρίως από εταιρείες αραβικών συμφερόντων (λόγω μεγάλης κατανάλωσης αρνιού στις μουσουλμανικές χώρες), που εκτρέφουν ζώα χαμηλού κυρίως κόστους.
Αν τα αρνιά εισάγονταν σφαγμένα στην Ελλάδα, προφανώς και δεν θα υπήρχε πρόβλημα μετάδοσης του ιού της πανώλης. Δεν θα είχαν «βαφτιστεί» όμως ελληνικά, με το αντίστοιχο τίμημα βέβαια στο κέρδος των εμπόρων. Εκτός αυτού, το σφάξιμο στο εξωτερικό θα επηρέαζε ακόμα περισσότερο την ποιότητά τους, καθώς μέχρι να έρθουν στην Ελλάδα και να διοχετευτούν στις αγορές για πώληση, θα είχαν «στεγνώσει», όπως μάς ειπώθηκε χαρακτηριστικά.
Το πρώτο ερώτημα προς τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης είναι αν έγιναν οι απαιτούμενοι έλεγχοι κατά την είσοδο των αιγοπροβάτων στη χώρα. Υπήρξαν τα αντίστοιχα παραστατικά; Έγινε ο απαιτούμενος έλεγχος ότι τα ζώα οδηγήθηκαν σε σφαγεία, καθώς αυτός ήταν ο αρχικός προορισμός τους;
Ιχνηλάτηση
Εκ του αποτελέσματος γνωρίζουμε ότι σημαντικός αριθμός απ’ αυτά τα ζώα πουλήθηκε, με τις γνωστές συνέπειες για όσα εν τέλει νόσησαν. Οι πληροφορίες λένε ότι ο αριθμός των απ’ ευθείας εκτροφέων που αγόρασαν μολυσμένα ζώα φτάνει τους 100. Δεν έχει εντοπισθεί πόσοι απ’ αυτούς τους 100 μεταπώλησαν και σε άλλους ζώα. Έγινε η απαιτούμενη ιχνηλάτηση από πλευράς υπουργείου ώστε να διαπιστωθεί με ποιο τρόπο τα ζώα έφτασαν στις φάρμες και κυρίως, ποιός ή ποιοί ήταν οι πωλητές τους;
Εάν έγινε η ιχνηλάτηση έχουν κινηθεί οι αντίστοιχες διαδικασίες από το υπουργείο σε ό,τι αφορά τις κυρώσεις εκείνων που προφανέστατα παρανόμησαν; Έγινε εσωτερικός έλεγχος στο υπουργείο και στις υπηρεσίες που ήταν αρμόδιες να ελέγξουν τους εμπόρους;
Έχει κανείς απαντήσεις;
Απαντήσεις στα ανωτέρω ερωτήματα δεν έχουν δοθεί από το υπουργείο. Το μόνο που έγινε γνωστό είναι ότι από τη Δευτέρα 19 Αυγούστου θα εφαρμοστεί σταδιακή άρση των περιορισμών. Πιο συγκεκριμένα θα επιτρέπεται η μεταφορά ζώων για σφαγή από τις περιφερειακές ενότητες της χώρας στις οποίες δεν έχει καταγραφεί κάποιο κρούσμα.
Από την πλευρά του ο Σύνδεσμός Ελληνικής Κτηνοτροφίας κατηγόρησε την κυβέρνηση για «απαράδεκτη αδράνεια και ανευθυνότητα», υποστηρίζοντας ότι βασική αιτία για την είσοδο της νόσου στην Ελλάδα είναι το λαθρεμπόριο ζώων.
«Μακάρι να σταματήσει όλο αυτό εδώ, καθώς αν συνεχιστεί οι συνέπειες για την ελληνική κτηνοτροφία αλλά και για την τσέπη του καταναλωτή θα είναι καταστροφικές», τονίζουν στο in άνθρωποι της αγοράς.
Επίσης η ΕΘΕΑΣ έχει δηλώσει ότι θα υποβληθεί μήνυση κατά παντός υπευθύνου για τις ζημιές των κτηνοτρόφων και των καταναλωτών από τις ελλείψεις των ελέγχων από τις αρμόδιες υπηρεσίες.
Την ίδια ώρα αναπάντητο παραμένει το ερώτημα εάν το υπουργείο διαθέτει τα αναγκαία ποσά για την αποζημίωση των κτηνοτρόφων, ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι μέχρι ώρας δεν έχει γίνει καμία κίνηση από πλευράς δικαιοσύνης για τη διαλεύκανση της υπόθεσης,https://www.in.gr/author/dterzis/
Τα σχόλια είναι κλειστά.