Μπορεί να έχω υπνική άπνοια; Να ανησυχώ; Τι θα με βοηθήσει;
Απασχολεί πολλούς, κυρίως τους άντρες, αλλά μετά την εμμηνόπαυση το πρόβλημα συναντάται σε αντίστοιχα ποσοστά και μεταξύ των γυναικών. Πώς θα ξέρουμε αν έχουμε και εμείς και τι να κάνουμε για να την αντιμετωπίσουμε;
Μπορεί να έχω υπνική άπνοια; Να ανησυχώ; Τι θα με βοηθήσει;
Η αποφρακτική υπνική άπνοια είναι ο όρος που χρησιμοποιούν οι ειδικοί για να περιγράψουν αυτό που συμβαίνει όταν κάποιος ροχαλίζει και διακόπτεται η αναπνοή του την ώρα που κοιμάται. Γιατί συμβαίνει αυτό; Οι αιτίες είναι πολλές, ωστόσο για λόγους απλότητας αναφερόμαστε μόνο στο αποτέλεσμα: Υπό συγκεκριμένες συνθήκες, άτομα με σχετική προδιάθεση οδηγούνται στο να πάλλεται ο αεραγωγός τους και να ροχαλίζουν, καθώς και σε απόφραξη του αεραγωγού, στο σταμάτημα, δηλαδή, της αναπνοής για κάποιο χρονικό διάστημα.
Αν συμβεί αυτή η διακοπή της αναπνοής, ο εγκέφαλός μας δίνει εντολή να «ξυπνήσουμε» ώστε να αρχίσουμε να αναπνέουμε ξανά. Αυτό το «ξύπνημα», η αφύπνιση, δεν γίνεται πάντα αντιληπτό από το άτομο που κοιμάται. Ανάλογα με τη βαρύτητα της υπνικής άπνοιας, μπορεί αυτές οι παύσεις της αναπνοής και οι αφυπνίσεις να συμβαίνουν ακόμα και εκατοντάδες φορές κάθε νύχτα, με αποτέλεσμα έναν κακό ποιοτικά και ποσοτικά ύπνο, αλλά και επικίνδυνο, διότι οι παύσεις της αναπνοής συνεπάγονται και μείωση του οξυγόνου, επομένως αυξημένη πιθανότητα για καρδιαγγειακές και μεταβολικές διαταραχές, όπως είναι η υπέρταση, η στεφανιαία νόσος, τα αγγειακά και εγκεφαλικά επεισόδια και ο σακχαρώδης διαβήτης.
Μπορεί να υποψιαστούμε ότι κάτι συμβαίνει επειδή θα νιώθουμε κουρασμένοι, πιθανώς θα σηκωθούμε από το κρεβάτι με πονοκέφαλο που υποχωρεί μία ώρα μετά την έγερση, θα έχουμε μείωση συγκέντρωσης και πρόσφατης μνήμης, υπνηλία στη διάρκεια της ημέρας, που μπορεί να οδηγήσει και σε τροχαία ή εργατικά ατυχήματα, ή ακόμη και αϋπνία με δυσκολία έναρξης αλλά και διατήρησης του ύπνου. Επιπλέον, αν κάποιος κοιμάται μαζί μας σίγουρα θα το παρατηρήσει, καθώς θα ενοχληθεί από το έντονο ροχαλητό –ένα από τα βασικότερα συμπτώματα της άπνοιας–, το σταμάτημα της αναπνοής και τον ανήσυχο ύπνο, προτρέποντάς μας να πάμε στον γιατρό.
Μπορεί να έχω υπνική άπνοια;
Η αποφρακτική υπνική άπνοια παρουσιάζει κάποια κληρονομικότητα και έτσι δεν είναι απίθανο να συναντήσουμε δύο μέλη μιας οικογένειας που θα έχουν το ίδιο πρόβλημα. Επίσης, συχνά εμφανίζεται μετά τα 40-45 έτη στους άντρες και μετά την εμμηνόπαυση στις γυναίκες, αν και δεν είναι απίθανο να υποφέρουν από αυτήν ακόμα και παιδιά ή νεότεροι ενήλικες. Υπάρχουν όμως και άλλοι πολύ σημαντικοί προδιαθεσικοί παράγοντες, όπως η παχυσαρκία, που μας καθιστά πιο επιρρεπείς στη στένωση του φάρυγγα κατά τη διάρκεια του ύπνου. Έτσι, το πιο πιθανό είναι η υπνική άπνοια να απασχολεί παχύσαρκα άτομα που ροχαλίζουν, ειδικά όταν έχουν μεγάλη περιφέρεια λαιμού (40 εκ. ή και περισσότερο).
Επιπλέον, θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι τα υπνωτικά χάπια, το κάπνισμα και η κατανάλωση αλκοόλ και πολύ φαγητού πριν από τον ύπνο, η ύπτια θέση σώματος, όπως και οι ευμεγέθεις αμυγδαλές και αδενοειδείς εκβλαστήσεις στα παιδιά και σε νεαρούς ενήλικες ενδεχομένως να επιδεινώσουν την αποφρακτική υπνική άπνοια. Επίσης, επιβαρυντικούς παράγοντες αποτελούν και η υπολειτουργία του θυρεοειδούς, η χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ) και το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών. Τέλος, η προχωρημένη εγκυμοσύνη, η ρινική απόφραξη και η μικρή και οπίσθια τοποθετημένη γνάθος είναι επίσης καταστάσεις που ευνοούν την υπνική άπνοια.
Εκτός από τα φυσικά χαρακτηριστικά (κρανιοπροσωπικές ανατομικές ανωμαλίες, παχυσαρκία, χοντρός λαιμός κ.λπ.) αλλά και τους προδιαθεσικούς παράγοντες που μπορεί να αναγνωρίζουμε ότι έχουμε ώστε να υποψιαστούμε την υπνική άπνοια, χρειάζεται να διερευνήσουμε το ενδεχόμενο της άπνοιας εάν ροχαλίζουμε κάθε βράδυ, ο/η σύντροφός μας μας λέει ότι η αναπνοή μας διακόπτεται και ξαναρχίζει στη διάρκεια του ύπνου, έχουμε συχνές αφυπνίσεις (ακόμα κι όταν δεν τις αντιλαμβανόμαστε) και νυκτουρία (δηλαδή νιώθουμε την ανάγκη να σηκωθούμε για να πάμε στην τουαλέτα τη νύχτα).
Επίσης, αν στη διάρκεια της ημέρας βιώνουμε μειωμένη εγρήγορση, δυσκολία ή μείωση συγκέντρωσης μνήμης, κόπωση, υπνηλία ή αϋπνία, διακυμάνσεις της διάθεσης, πρωινούς πονοκεφάλους, ακόμα και σεξουαλική δυσλειτουργία. Αυτό που θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας είναι ότι η αποφρακτική υπνική άπνοια εμφανίζεται και σε άτομα φυσιολογικού σωματικού βάρους καθώς η παχυσαρκία επιδεινώνει μεν το νόσημα, αλλά δεν αποτελεί γενεσιουργό αιτία του.
Να ανησυχήσουμε;
Η υπνική άπνοια δεν θα σταματήσει μόνιμα την αναπνοή μας, αφού ο εγκέφαλός μας ενεργοποιείται και μας ξυπνά μόλις ανιχνεύσει χαμηλά επίπεδα οξυγόνου. Αυτό που συμβαίνει όμως είναι ότι επηρεάζεται η ποιότητα της ζωής μας αν στερούμαστε συνεχώς τον ύπνο και στη διάρκεια της ημέρας είμαστε κουρασμένοι και δεν μπορούμε να συγκεντρωθούμε. Επίσης, οι έρευνες έχουν δείξει ότι όταν κάποιος υποφέρει από υπνική άπνοια έχει αυξημένες πιθανότητες να εμπλακεί σε τροχαίο ατύχημα λόγω υπνηλίας, μειωμένης συγκέντρωσης και αντανακλαστικών.
Πολύ σημαντικό είναι να γνωρίζουμε ότι η υπνική άπνοια που δεν αντιμετωπίζουμε έχει συνδεθεί με μεγαλύτερο κίνδυνο υψηλής αρτηριακής πίεσης, κατάθλιψη, στεφανιαία νόσο, εγκεφαλικό επεισόδιο, καρδιακή ανεπάρκεια, αρρυθμίες ειδικά του τύπου της κολπικής μαρμαρυγής και σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2.
Πώς γίνεται η διάγνωση
Ένας άνθρωπος που παρουσιάζει συμπτώματα, π.χ., έντονο ροχαλητό, αναφερόμενες παύσεις της αναπνοής, κόπωση στη διάρκεια της ημέρας, με ή χωρίς υπνηλία, που εγείρουν υποψίες για την ύπαρξη υπνικής άπνοιας θα πρέπει να επισκεφτεί ένα Εργαστήριο Μελέτης Διαταραχών του Ύπνου (βρίσκονται σε όλα τα μεγάλα δημόσια και ιδιωτικά νοσοκομεία της χώρας), να αξιολογηθεί από τον Ειδικό Ιατρό Ύπνου και να υποβληθεί σε μελέτη ύπνου.
Πρόκειται για μια ανώδυνη εξέταση που δίνει σημαντικότατες πληροφορίες για τη λειτουργία της αναπνοής και άλλων οργάνων κατά τον ύπνο, ώστε να διερευνηθεί αν πάσχει από υπνική άπνοια, να κατηγοριοποιηθεί η βαρύτητά της και, λαμβάνοντας υπόψη το ιστορικό και την ύπαρξη ή μη συνοσηροτήτων, να σχεδιαστεί, βάσει διεθνών οδηγιών, το εξατομικευμένο θεραπευτικό πλάνο.
Τι θα µας βοηθήσει
Ανεξάρτητα από τη βαρύτητα των συµπτωµάτων µας, όλοι οι ειδικοί θα µας συµβουλεύσουν να αποφεύγουµε τα υπναγωγά χάπια (εκτός αν µας τα συστήσει ο γιατρός), την υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ, ειδικά πριν από τον ύπνο, καθώς και το κάπνισµα. Επίσης, στη βελτίωση της κατάστασης, θα µας βοηθήσει να χάσουµε βάρος, να ασκούµαστε τακτικά, να προσπαθήσουµε να κοιµόµαστε στο πλάι (για παράδειγµα, βάζοντας ένα µεγάλο µαξιλάρι ή µια σφήνα πίσω από την πλάτη µας ώστε να µας εµποδίζει να γυρνάµε ανάσκελα).
Τέλος, όπως και στα προβλήµατα αϋπνίας είναι σηµαντική η διατήρηση καλών συνηθειών στον ύπνο, όπως ένα υπνοδωµάτιο που να είναι σκοτεινό και ήσυχο χωρίς µυρωδιές και το να προσπαθούµε να ακολουθούµε ένα σταθερό πρόγραµµα ύπνου καθηµερινά. Ωστόσο, όλα τα προαναφερθέντα δεν µπορούν συνήθως να αποτελέσουν από µόνα τους λύση της αποφρακτικής υπνικής άπνοιας.
Πώς αντιμετωπίζεται;
Το εξατομικευμένο θεραπευτικό πλάνο περιλαμβάνει πλειάδα επιλογών: κατ’ αρχάς, το γνωστό CPAP, που το εφαρμόζει κάθε βράδυ στον ύπνο του ο ασθενής. Πρόκειται για ένα ειδικό μηχάνημα, που δίνει, μέσω μιας μάσκας από μαλακό υλικό σιλικόνης στο πρόσωπο του ασθενή, αέρα υπό πίεση με τον οποίο σταθεροποιείται ο αεραγωγός και ο ασθενής αναπνέει χωρίς να κάνει άπνοιες στον ύπνο. Αν και σε κάποια άτομα η χρήση του μηχανήματος φαίνεται παράξενη ή άβολη στην αρχή, είναι σκόπιμο να προσπαθήσουν να το χρησιμοποιούν κάθε βράδυ μέχρι να το συνηθίσουν τελικά.
Επίσης, υπάρχουν και οι λεγόμενες μη CPAP θεραπείες που μπορούν να βοηθήσουν στην αντιμετώπιση του προβλήματος (π.χ., οδοντικά προθέματα, γναθοχειρουργικές επεμβάσεις αποκατάστασης ανατομικών ανωμαλιών, αποκατάσταση υπερτροφικών αμυγδαλών, αλλά και τα νέας γενιάς φάρμακα αντιμετώπισης παχυσαρκίας, φάρμακα που αυξάνουν τον ουδό αφύπνισης ή αποκαθιστούν τη διαταραχή σχέσης μεταξύ κέντρου αναπνοής και αεραγωγού/πνεύμονα, η διακοπή καπνίσματος κ.ά.).
*Ακριβώς επειδή ο ίδιος ο άνθρωπος που υποφέρει από υπνική άπνοια δεν µπορεί να το καταλάβει, είναι πολύ χρήσιµη η συµβολή του/της συντρόφου, του συγγενή ή του φίλου που θα το παρατηρήσει και θα του επιστήσει την προσοχή.
*Έρευνες δείχνουν ότι το 96% των ανθρώπων που ροχαλίζουν έχουν κάποιον βαθµό υπνικής άπνοιας. Όταν κάποιος ροχαλίζει κάθε βράδυ, ακόμα κι αν δεν έχει άλλα συμπτώματα, είναι σκόπιμο να αξιολογηθεί από έναν ειδικό γιατρό ύπνου.
Ευχαριστούμε για τη συνεργασία την κ. Σοφία Σχίζα, καθηγήτρια Πνευμονολογίας και Διαταραχών Ύπνου, Head of ERS Assembly 4 Sleep Disordered Breathing, Σχολή Επιστημών Υγείας, Ιατρική Σχολή Πανεπιστημίου Κρήτης.
Τα σχόλια είναι κλειστά.