Κοροναϊός : Μικρή «ανάσα» με τη μείωση των κρουσμάτων, αλλά η διασπορά συνεχίζεται – Με αργούς ρυθμούς η αποκλιμάκωση
Χαμόγελα με την πτώση κρουσμάτων και θετικότητας – Προβληματισμός για τη στασιμότητα με ΜΕΘ και θανάτους – Πού εξακολουθεί να διασπείρεται ο κοροναϊός.
Φως στο τούνελ αρχίζει να φαίνεται, όσον αφορά στην πορεία της πανδημίας του κοροναϊού στη χώρα μας, καθώς η σταδιακή μείωση των κρουσμάτων τις τελευταίες μέρες δημιουργεί αφενός καλές συνθήκες για το επερχόμενο κλιμακωτό άνοιγμα της οικονομίας, αφετέρου καλλιεργεί ελπίδες για μια αποκλιμάκωση των περιοριστικών μέτρων ενόψει των γιορτών των Χριστουγέννων.
Το Σάββατο, καταγράφηκαν 1.383 νέα κρούσματα, ενώ ο δείκτης θετικότητας έπεσε στο 7,2% – ποσοστό αρκετά χαμηλότερο σε σχέση με τις αρχές Νοεμβρίου.
Ωστόσο, σχεδόν ένα μήνα μετά το lockdown (ξεκίνησε στις 7 Νοεμβρίου) δεν παρατηρείται η αναμενόμενη πτώση και στον αριθμό των νοσηλευόμενων και στον αριθμό των θανάτων. Η επιπέδωση λοιπόν των στοιχείων που αναμένουν ειδικοί και κυβέρνηση γίνεται πράξη με αργούς ρυθμούς.
Αν και ο αριθμός των διασωληνωμένων ασθενών έπεσε σήμερα κάτω από το «ψυχολογικό όριο» των 600, τόσο οι απλές νοσηλείες ασθενών με Covid-19 όσο και οι εισαγωγές σε ΜΕΘ παραμένουν κολλημένες σε υψηλά επίπεδα. Ενδεικτικό είναι ότι στις αρχές της προηγούμενης εβδομάδα είχαμε αριθμό-ρεκόρ 4.443 νοσηλευόμενων με κοροναϊό.
Το «πινγκ πονγκ» του κοροναϊού – Αλυσίδα μετάδοσης στις οικογένειες
Μία πιθανή εξήγηση του συνεχιζόμενου δεύτερου κύματος, είναι ότι λόγω της μεγάλης διασποράς στην κοινότητα υπάρχει ένα συνεχές «πινγκ-πονγκ» μεταξύ των εργασιακών χώρων και της ενδοοικογενειακής διασποράς, όπως εξήγησε η καθηγήτρια Παιδιατρικής Λοιμωξιολογίας, Βάνα Παπαευαγγέλου κατά την ενημέρωση για τον κορονοϊό από το υπουργείο Υγείας.
Δηλαδή, εκεί που πάει να ηρεμήσει μία περιοχή, ξεσπά μία συρροή κρουσμάτων σε ένα εργασιακό περιβάλλον, σε μία κλειστή δομή, που λειτουργεί ως μια πηγή υπερμετάδοσης και έχει ως αποτέλεσμα την διασπορά μέσα στα σπίτια όλων αυτών των ανθρώπων, στις οικογένειές τους.
Πράγματι, όπως ανέφερε και η λοιμωξιολόγος του «Σωτηρία», Γαρυφαλλιά Πουλάκου, η διασπορά συνεχίζεται, ειδικά μέσα στις οικογένειες όπου υπάρχουν πολλοί ασυμπτωματικοί.
«Έχουμε δείγματα που εξακολουθούν να είναι ανησυχητικά ειδικά από τη Βόρεια Ελλάδα. Φαίνεται και από τα λύματα της περιοχής. Ένας μεγάλος συντελεστής είναι ότι η ζωή δεν έχει νεκρώσει στο δεύτερο lockdown. Υπάρχει μεγαλύτερη δραστηριότητα του κόσμου σε σχέση με τα μέτρα που είχαν ληφθεί στο προηγούμενο lockdown» ανέφερε η κ. Πουλάκου.
Μιλώντας στον ΑΝΤ1, σημείωσε: «Έχουμε μεγάλη εισροή της νόσου μέσα στις οικογένειας. Υπάρχει μια μεγάλη ‘’ποσότητα’’ της νόσου που δεν είναι καταγεγραμμένη είτε επειδή κάποιοι είναι ασυμπτωματικοί μέσα στις οικογένειες και άλλοι ολιγοσυμπτωματικοί που δεν θα φτάσουν στο σύστημα Υγείας για να γίνει η διάγνωση. Υπάρχει ενεργή μία κοινωνικού τύπου δραστηριότητα και έτσι δεν μπορεί να σπάσει η αλυσίδα μετάδοσης. Υπάρχει μία μεγάλη ενδοοικογενειακή διασπορά».
Άφησε πάντως μια χαραμάδα αισιοδοξίας μιλώντας για την κατάσταση στο νοσοκομείο Σωτηρία και γενικά στην Αθήνα.
«Η κατάσταση στην Αθήνα έχει βελτιωθεί. Υπάρχουν κενές κλίνες σε θαλάμους και στις ΜΕΘ. Εχει μειωθεί η εισροή ασθενών στο νοσοκομείο και από την παθολογική κλινική στις ΜΕΘ. Τώρα πια οι διασωληνώσεις είναι πιο αραιές. Να μην μείνουν οι άνθρωποι στα σπίτια τους με πυρετό, αλλά να προσέλθουν στο σύστημα υγείας».
Πότε θα υπάρξει η πολυπόθητη υποχώρηση; Οι προβλέψεις Σαρηγιάννη
Ο Δημοσθένης Σαρηγιάννης, καθηγητής καθηγητής Περιβαλλοντικής Μηχανικής του ΑΠΘ, ανέφερε ότι με βάση τα μαθηματικά μοντέλα τα κρούσματα στις 22 Δεκεμβρίου θα έχουν υποχωρήσει στα 900, αλλά σημείωσε ότι η πρώτη είναι αργή και πως είναι πρόωρο το άνοιγμα της αγοράς με αυτά τα στοιχεία.
Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του κ. Σαρηγιάννη, στις 8 Δεκεμβρίου τα κρούσματα θα έχουν διαμορφωθεί στα 1.475 κρούσματα ανά ημέρα, στις 15 Δεκεμβρίου τα κρούσματα θα είναι 1.100, στις 22 Δεκεμβρίου θα έχουν υποχωρήσει περίπου στα 900 και στο τέλος του χρόνου στα 770 κρούσματα.
«Τα κρούσματα δε συνάδουν με τον στόχο που είχε θέσει ο υπουργός Υγείας, Βασίλης Κικίλιας που ήταν τα 500 κρούσματα για να ανοίξει η αγορά. Οι προσομοιώσεις μας δείχνουν ότι αν ανοίξουν τα καταστήματα και δεν τηρηθούν τα μέτρα, 15-20 μέρες μετά θα δούμε μια αναζωπύρωση. Επομένως οποιοδήποτε άνοιγμα θα είναι πρόωρο», υπογράμμισε ο κ. Σαρηγιάννης μιλώντας στον ΣΚΑΪ.
«Καμπανάκι» Μόσιαλου: Όσο περισσότερο ανοίξουμε πριν τις γιορτές, τόσο μεγαλύτερο το κλείσιμο μετά
Επί του θέματος της άρσης της καραντίνας τοποθετήθηκε και ο Ηλίας Μόσιαλος, καθηγητής Πολιτικής της Υγείας στο LSE.
Μιλώντας για τα τωρινά δεδομένα, ο κ. Μόσιαλος τόνισε πως είμαστε σε μια καμπή και βλέπουμε μια σχετική σταθεροποίηση των δεδομένων. Δεν βλέπουμε όμως μια ραγδαία πτώση σε εισαγωγές σε νοσοκομεία, σε ΜΕΘ και αριθμό θανάτων κι αυτό είναι που προβληματίζει τους επιστήμονες.
Θα πρέπει να περιμένουμε λίγο παραπάνω για να δούμε αυτή την κάμψη, πρόσθεσε ο κ. Μόσιαλος και εξήγησε ότι συνήθως πρώτα παρατηρούμε την μείωση των εισαγωγών σε νοσοκομεία, με την πτώση του αριθμού εισαγωγών ΜΕΘ και των θανάτων να έπονται.
Aν αυτά τα στοιχεία δεν τα δούμε να βελτιώνονται μετά από τις επόμενες δύο εβδομάδες, προφανώς θα μιλάμε για μια σχετική σταθεροποίηση αλλά δεν θα υπάρχει μεγάλη αισιοδοξία, όσον αφορά σε ένα ενδεχόμενο «άνοιγμα» της χώρας, υπογράμμισε ο καθηγητής.
Όσον αφορά ειδικότερα στη διαδικασία άρσης της καραντίνας, ο κ. Μόσιαλος τόνισε πως καθώς δεν είναι ενιαία η επίπτωση της πανδημίας στη χώρα μας, δεν θα πρότεινε ενιαία αποκλιμάκωση.
«Ιδιαίτερα στη Βόρεια Ελλάδα θα πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί», είπε χαρακτηριστικά.
Για το θέμα του ανοίγματος των σχολείων, ο καθηγητής πρόκρινε το άνοιγμα των δημοτικών. Σημείωσε πάντως πως εάν ανοίξει περισσότερο η εκπαιδευτική κι οικονομική δραστηριότητα, θα υπάρχει και μεγαλύτερη επίπτωση στη νόσο καθώς όπως έχουμε δει τα μέτρα δεν τηρούνται κατά ανάγκη από όλους και με τον ιδανικό τρόπο
Προειδοποίησε μάλιστα πως: «Όσο πιο πολύ πάμε για άνοιγμα τώρα πριν τις γιορτές, τόσο πιο πολύ μεγάλο κλείσιμο θα υπάρχει αμέσως μετά τις γιορτές».
Τέλος, ο καθηγητής του London School of Economics δήλωσε πως κατά την γνώμη του η κυβέρνηση θα ήταν προτιμότερο να περιμένει να δει τα στοιχεία της επόμενης εβδομάδας και να κρίνει ανάλογα για το εάν πρέπει να ανοίξουν καταστήματα.
Τα σχόλια είναι κλειστά.