Η αύξηση της ανταποδοτικής σύνταξης θα μειώσει την προσωπική διαφορά
Για να φανεί όφελος στην τσέπη, η προσωπική διαφορά θα πρέπει να μηδενιστεί, όπως και αναμένεται να συμβεί για όσους συνταξιοδοτήθηκαν με 38 και άνω έτη ασφάλισης και με υψηλούς μισθούς.
Αυξήσεις στην τσέπη Θα δουν όσοι συνταξιοδοτήθηκαν μετά τις 13 Μαΐου του 2016 και πήραν μικρότερη σύνταξη με τα χαμηλά ποσοστά αναπλήρωσης του νόμου Κατρούγκαλου.
Αναλυτικά:
Οι συντάξεις τους θα υπολογιστούν με τα νέα και μεγαλύτερα ποσοστά και όσοι έχουν από 30 έτη και άνω θα πάρουν στο χέρι μέχρι και 95 ευρώ αύξηση, ανάλογα με το μισθό και τα έτη ασφάλισης.
Με τα ως τώρα δεδομένα και τα υπό επεξεργασία νέα ποσοστά αναπλήρωσης, περισσότερο κερδισμένοι βγαίνουν άσοι έχουν πάνω από 35 έτη και αποδοχές άνω των 1.700 ευρώ.
Το Συμβούλιο της Επικρατείας πάντως στην ετυμηγορία του φωτογράφισε κάποιες από τις αυξήσεις στα ποσοστά αναπλήρωσης, φέρνοντας το παράδειγμα της 40ετίας.
Στο επίμαχο απόσπασμα της υπ. αριθμόν 1891/2019 απόφασής του αναφέρει ότι το σύστημα Κατρούγκαλου δεν είναι ανταποδοτικό, γιατί στα 40 χρόνια το ποσοστό αναπλήρωσης της ανταποδοτικής σύνταξης είναι στα 42,8% του μισθού και υπολείπεται σημαντικά από το 50% των αποδοχών των ασφαλισμένων.
Είπε δηλαδή ότι ένας ασφαλισμένος με μισθό 2.000 ευρώ και με ποσοστά 42,8% από το νόμο Κατρούγκαλου παίρνει 856 ευρώ ανταποδοτική σύνταξη και 1.240 ευρώ συνολικά με την εθνική σύνταξη των 384 ευρώ, ενώ θα έπρεπε να έχει ανταποδοτική σύνταξη ίση με το 50% των αποδοχών του, δηλαδή 1.000 ευρώ, και με τα 384 ευρώ της εθνικής να παίρνει 1.384 ευρώ σύνταξη. Με το νέο σύστημα δηλαδή θα πρέπει να πάρει 144 ευρώ περισσότερα στη σύνταξη.